Αριά (Δρύς , Βελανιδιά)
Επιστ. Όνομα : Quercus ilex
Οικογένεια : Fagaceae
Καταγωγή : Μεσόγειος και Β. Αμερική
Περιγραφή : Αειθαλές μακρόβιο δένδρο, ύψους 10-20 m, με κανονικό ρυθμό ανάπτυξης. Η βλάστησή του είναι πυκνή, ζωηρή με γκριζοπράσινα φύλλα δερματώδη εναλλασσόμενα, ωοειδή, οδοντωτά με λαμπερή πράσινη την πάνω επιφάνεια και χνουδωτή την κάτω. Η κόμη του είναι ακανόνιστη σφαιροειδής και το πλάτος του είναι περίπου το μισό του ύψους του.
Ανθοφορία : Τα άνθη του είναι μονογενή και το φυτό μόνοικο. Τα αρσενικά άνθη είναι υπό μορφή ίουλου στη βάση των ετήσιων βλαστών, ενώ τα θηλυκά στις μασχάλες των φύλλων ανά 1-3. Ανθίζει από τον Απρίλιο έως τον Μάιο για 30 μέρες. Ο καρπός είναι κάρυο ωοειδές (βελανίδι), που περιβάλλεται στη βάση από κύπελλο. Η ποικιλία Ballota έχει διπλό βελανίδι και ασημί την κάτω επιφάνεια του φύλλου .
Πολλαπλασιασμός : Πολλαπλασιάζεται με σπόρο το φθινόπωρο.
Απαιτήσεις : Αντέχει σε όλα τα εδάφη, ακόμα και στα ξερά και ασβεστούχα, αλλά ευδοκιμεί στα βαθιά και πλούσια και σε θέσεις ηλιόλουστες. Δεν αντέχει στις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, αντέχει όμως στα σταγονίδια της θάλασσας γι’ αυτό είναι κατάλληλο για παραθαλάσσιες περιοχές. Αντέχει στις καταπονήσεις του αστικού περιβάλλοντος.
Διακοσμητική αξία : Οφείλεται στην πλατιά αειθαλή κόμη.
Χρησιμότητα : Φυτεύεται μεμονωμένα ή σε σειρά. Είναι φυτό κατάλληλο για ανεμοφράκτη σε αποστάσεις φύτευσης 3- 4 m. Δίνει ικανοποιητική σκιά, ωραία εικόνα σε πάρκα και εντυπωσιακές δενδροστοιχίες. Αποτελεί ένα εξαιρετικά χρήσιμο δέντρο για την δημιουργία μεσογειακού κήπου και αξιοποιείται κατάλληλα για αυτόν τον λόγο στην κηποτεχνία και την αρχιτεκτονική τοπίου. Ιδιαίτερο κηποτεχνικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το είδος Q. cocifera (πουρνάρι) αυτοφυές της Ελλάδας και γενικότερα της Μεσογείου με φύλλα μικρά αγκαθωτά, λαμπερά, πράσινα.